Ιατρική αμέλεια – Ανθρωποκτονία εξ αμελείας – Αθώωση ιατρού (αποφ. του γραφείου μας)
Απόφαση του γραφείου μας για ποινική ευθύνη ιατρών.
Ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Ιατρική αμέλεια. Θάνατος της ασθενούς. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ένοχους αμφότερους τους εφημερεύοντες ιατρούς, διότι επέδειξαν αμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, και επέβαλλε στον πρώτο κατηγορούμενο ποινή φυλακίσεως οκτώ μηνών και στη δεύτερη κατηγορούμενη ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε μηνών. Ασκήθηκε έφεση. Το Εφετείο έκρινε ότι ο θάνατος της ασθενούς δεν δύναται να αποδοθεί σε αμέλεια των κατηγορουμένων ιατρών. Διότι ενήργησαν σύμφωνα με τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια. Τα αίτια του θανάτου δεν εξακριβώθηκαν, οπότε είναι ανέφικτο να θεωρηθεί κάποιος υπαίτιος αυτού. Κηρύσσει αθώους τους κατηγορουμένους.
Απόφαση 2971/2008 Εφ. Θεσ/κης
«… Επειδή οι κρινόμενες εφέσεις έχουν νόμιμα και εμπρόθεσμα ασκηθεί, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθεί η υπόθεση από ουσιαστική άποψη. Από το συνδυασμό των διατάξεως των άρθρων 28 και 302 ΠΚ, προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του προβλεπόμενου απ’ αυτές πλημμελήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται:
α) να μην καταβλήθηκε από το δράστη η επιβαλλόμενη κατ’ αντικειμενική κρίση και προσοχή, την οποία κάθε μέτριος, συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει, υπό τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, να καταβάλλει με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρα και λογική,
β) να είχε τη δυνατότητα αυτός, με βάσει τις προσωπικές του περιστάσεις, ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες και κυρίως εξαιτίας της υπηρεσίας του ή του επαγγέλματός του, να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο από έλλειψη της προαναφερθείσας προσοχής, είτε δεν προέβλεψε είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευε όμως ότι δεν θα επερχόταν και
γ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενέργειας ή παραλείψεως του δράστη και του αποτελέσματος που επήλθε. Ενόψει αυτών υπάρχει ποινική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία από αμέλεια στις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις οποίες το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από τον γιατρό των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της επιστήμης …
Στην προκειμένη περίπτωση από την ανωμοτί εξέταση του πολιτικώς ενάγοντος, τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάστηκαν ενόρκως στο δικαστήριο τούτο, τα πρακτικά τη πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώσθησαν, καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, την απολογία της κατηγορουμένης και την όλη αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:
οι κατηγορούμενοι με την εκκαλούμενη απόφαση κηρύχθηκαν ένοχοι για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το διατακτικό σε συνδυασμό και με το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, οι κατηγορούμενοι κηρύχθηκαν ένοχοι του ότι στο … το χρονικό διάστημα από 9-6-2001 μέχρι 10-6-2001 ο πρώτος …. ως γιατρός παθολόγος-νεφρολόγος και Διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου …., ευρισκόμενος σε εφημερία ετοιμότητας και η δεύτερη …., ως παθολόγος ιατρός- Επιμελήτρια Β’ ευρισκόμενη σε ειδική ενεργή εφημερία στο ανωτέρω νοσοκομείο, στην παθολογική κλινική του οποίου νοσηλευόταν από το πρωί της 8-6-2001 η …., ηλικίας 67 χρονών, που παρουσίασε έντονα οιδήματα στα κάτω άκρα και δύσπνοια και ενεφάνισε υπερκαλιαιμία, όπως προέκυψε από τις βιοχημικές εξετάσεις στις οποίες υπεβλήθη εντός του νοσοκομείου.
Κατά τον παραπάνω χρόνο οι κατηγορούμενοι με τις ανωτέρω ιδιότητές τους δεν διέγνωσαν έγκαιρα, σύμφωνα με τους κοινώς αναγνωρισμένους και στοιχειώδεις κανόνες της ιατρικής επιστήμης, ότι η κλινική εικόνα της ανωτέρω ασθενούς, που αντιμετώπιζε χρόνια διαβητική νεφροπάθεια, νεφρωσικό σύνδρομο, αρτηριακή υπέρταση και καρδιακή ανεπάρκεια, έχριζε άμεσης αντιμετώπισης και ειδικότερα, ότι έπρεπε να υποβληθεί αμέσως σε διαδικασία αιμοκάθαρσης, να συνδεθεί με μόνιτορ και να υπάρχει συνεχής έλεγχος της καρδιακής λειτουργίας, καθόσον γνώριζαν (οι κατηγορούμενοι) ότι η υπεκαλιαιμία καρδιακή αρρυθμία και ανακοπή, αλλά αντίθετα εξακολούθησαν να την νοσηλεύουν σε δωμάτιο της παθολογικής κλινικής του παραπάνω αναφερομένου νοσοκομείου χωρίς να προβαίνουν σε καμία από τις προαναφερόμενες θεραπείες, παραβαίνοντας έτσι τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης που ανάγονται στη διάγνωση της συγκεκριμένης νόσου και στη θεραπευτική αγωγή της, κανόνες που επέβαλαν τις ανωτέρω θεραπείες.
Αποτέλεσμα της αμελούς συμπεριφοράς των κατηγορουμένων ήταν να χειροτερεύσει η κατάσταση της υγείας της …., επιδείνωση που μπορούσαν να προβλέψουν οι κατηγορούμενοι με βάση τις προσωπικές τους ικανότητες και γνώσεις και να αποφύγουν προβαίνοντας στις προαναφερόμενες θεραπείες, οπότε και τις βραδινές ώρες τις 10-6-2001 οι κατηγορούμενοι αποφάσισαν να γίνει διακομιδή της παραπάνω ασθενούς στο νοσοκομείο .… Θες/νικης προκειμένου να υποβληθεί σε αιμοκάθαρση, καθόσον τη δεδομένη στιγμή δεν λειτούργησε η μονάδα τεχνητού νεφρού του νοσοκομείου …., πλην όμως οι κατηγορούμενοι δεν μερίμνησαν για την έγκαιρη διακομιδή της ασθενούς σε μονάδα αιμοκάθαρσης.
Πλέον δε τούτου την άφησαν μόνη και αβοήθητη μέσα στο ασθενοφόρο επί 20 λεπτά, χωρίς καμία ιατρική βοήθεια με συνέπεια η ….. περί ώρα 22:00 της 10-6-2001 να αποβιώσει εντός του ασθενοφόρου στο προαύλιο του νοσοκομείου …., θάνατος που οφείλεται σε καρδιακή ανεπάρκεια, λόγω των ανωτέρω παραλείψεων των κατηγορούμενων. …. από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία, ως προς την ελεγχόμενη συμπεριφορά των κατηγορουμένων προέκυψαν τα εξής:
… Ενόψει όλων των ανωτέρω το δικαστήριο κρίνει ότι ο επελθών θάνατός της …. δεν μπορεί να αποδοθεί σε αμέλεια των κατηγορουμένων, αφού κατά τα προεκτεθέντα, αυτοί ενήργησαν με βάση τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια και προσοχή την οποία όφειλαν και μπορούσαν από τις περιστάσεις να καταβάλουν σύμφωνα με τις ιατρικές τους γνώσεις, την πείρα και τις εν γένει ικανότητές τους, που κάθε μέσος συνετός ιατρός συνήθως θα κατέβαλε εάν βρισκόταν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες περιστάσεις, με τις οποίες βρέθηκαν και ενήργησαν οι κατηγορούμενοι.
Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από τις καταθέσεις των τριών πρώτων μαρτύρων κατηγορίας …., .…, και .…, που είναι στενοί συγγενείς της θανούσας (ο πρώτος σύζυγος, η δεύτερη θυγατέρα και ο τρίτος θείος της), οι οποίοι χωρίς να έχουν ιατρικές γνώσεις και εντελώς αυθαίρετα καταθέτουν ότι η ως άνω συγγενής τους έπρεπε να διακομισθεί πολύ ενωρίτερα για αιμοκάθαρση και ότι η καθυστέρηση λήψεως της σχετικής αποφάσεως εκ μέρους των κατηγορουμένων ήταν η αιτία του θανάτους του προσφιλούς τους προσώπου.
Οι καταθέσεις αυτές, εκτός του ότι έρχονται σε αντίθεση με τις ανωτέρω αναπτυχθείσες, τεκμηριωμένες από ειδικούς επιστήμονες (γιατρούς κ.λπ.) δημόσια έγγραφα και ως εκ τούτου περισσότερο αξιόπιστες αποδείξεις, ενόψει μάλιστα που ενώ οι μάρτυρες εκείνοι δεν προσδοκούν κανένα έννομο συμφέρον από την έκβαση της παρούσας δίκης, οι ως άνω τρεις μάρτυρες, στενοί συγγενείς της θανούσης, εκτός από το ηθικό προσδοκούν και υλικό συμφέρον από την έκβαση της παρούσης δίκης εις βάρος των δύο κατηγορουμένων, δεδομένου ότι οι δύο πρώτοι, απ’ αυτούς (πατέρας και θυγατέρα της θανούσης) έχουν ασκήσει αγωγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, εναντίον του Ελληνικού Δημοσίου και του Γενικού Νοσοκομείου Κιλκίς, με την οποία αξιώνουν να τους επιδικασθεί το ποσό των επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ στον καθένα ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο της συζύγου της μητέρας τους εξαιτίας αμελούς συμπεριφοράς των κατηγορουμένων υπαλλήλων των εναγομένων.
Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν αθώοι της αξιόποινης πράξεως που αποδίδεται σ’ αυτούς (ανθρωποκτονία από αμέλεια), απορριπτομένου του αιτήματος του πολιτικώς ενάγοντος για αναβολή της δίκης για να προσέλθει ο μάρτυρας .…, δεδομένου ότι τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία στοιχεία που προαναφέρθηκαν είναι αρκετά ώστε το δικαστήριο να σχηματίσει ασφαλή δικανική πεποίθηση για την ενοχή ή μη των κατηγορουμένων και δεν υπάρχει ανάγκη για κρείσσονες αποδείξεις.»